Ο 'Rastaman' Bob Marley

Ο 'Rastaman' Bob Marley

Δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο να ακούμε συχνά γύρω μας μουσική από καλλιτέχνες που μας έχουν εγκαταλείψει πριν από 40+ χρόνια.

 

Ο Bob Marley, που πέθανε στις 11 Μαΐου 1981, είναι σίγουρα μια ξεχωριστή περίπτωση. Αρκετά από τα τραγούδια του αποτελούν κομμάτι της διασκέδασης για όλες τις ηλικίες και αρκετοί από τους μελλοντικούς θαυμαστές του, μάλλον αγνοούν ακόμα, λόγω ηλικίας, το τι είναι η μουσική ρέγκε την οποία ηχογραφούσε στα τραγούδια του.

Η ρέγκε, σε αντίθεση με αρκετά άλλα είδη μουσικής, συνεχίζει να παραμένει δημοφιλής σχεδόν μισό αιώνα μετά την εμφάνισή της στον δυτικό κόσμο και αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην επιτυχία που γνώρισε ο θρυλικός πια Τζαμαϊκανός.

Με το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου οι μουσικοί της Τζαμάικα ανακαλύπτουν το ρυθμ εντ μπλουζ και τον ήχο μουσικών όπως οι Louis Jordan και Fats Domino, ήχος που θα επηρεάσει σημαντικά το δικό τους ska στη δεκαετία του '50 και στη συνέχεια θα οδηγήσει στη ρέγκε.

Ο Marley είχε γεννηθεί στις 6 Φεβρουαρίου του 1945 και ήταν ένας από τους πολλούς νεαρούς που έπαιζαν με τις μπάντες τους διασκευές σε γνωστές αμερικανικές επιτυχίες.

Ο πατέρας του, Norval Siclair Marley, ήταν λευκός που γεννήθηκε στην Τζαμάικα από Αγγλους γονείς και η μητέρα του Cedella Booker ήταν μια 18χρονη Αφροαμερικανή όταν τον παντρεύτηκε.

 

Αυτή η καταγωγή προκαλούσε συχνά τα πειράγματα των φίλων του, αλλά ο Marley επέλεξε ως απάντηση το ότι ήταν απλώς ένα παιδί του Θεού, αποφεύγοντας να πάρει θέση υπέρ των λευκών ή των μαύρων.

Ο Marley πριν ηχογραφήσει το πρώτο τραγούδι με τους Wailers το 1963, το Simmer Down, είχε στο ενεργητικό του, έναν χρόνο πριν, δύο τραγούδια που κυκλοφόρησε με το όνομά του, τα Judge Not και One Cup Of Coffee.

Ιδιαίτερα παραγωγικός ο Marley με το συγκρότημά του, τους Wailers, στην περίοδο 1963-66 ηχογράφησαν 70 τραγούδια και αρκετά από αυτά ηχογραφήθηκαν πάλι στη δεκαετία του '70 και έγιναν επιτυχίες και εκτός Τζαμάικα.

Το 1966 παντρεύεται τη Rita Anderson, που είχε και αυτή το δικό της συγκρότημα με το όνομα Ι-Threes.

Λίγο αργότερα, το 1968, δίνει στον μάνατζερ τού Johnny Nash το τραγούδι του Stir It Up, που θα γίνει τελικά επιτυχία το 1972, και αρχίζει να ηχογραφεί δειγματοληπτικά τραγούδια με έναν άλλο παραγωγό, τον Leslie Kong, που είχε πετύχει να καθιερώσει ονόματα όπως οι Jimmy Cliff, The Pioneers και ο Desmond Dekker.

Έπειτα από μερικούς μήνες παραμονής στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην πολιτεία του Delaware, όπου είχε πάει η μητέρα του από το 1963 και ο Marley εργάστηκε στο εργοστάσιο αυτοκινήτων της Chrysler, επιστρέφει στην Τζαμάικα και στην περίοδο 1969-71 συνεργάζεται με τον Lee Perry, σε μια ιδιαίτερα δημιουργική εποχή γι' αυτόν, στην οποία ουσιαστικά ξαναδουλεύει αρκετές από τις παλαιότερες επιτυχίες του.

Η συνεργασία του Marley και του νέου συγκροτήματός του τους Upsetters, με τον Lee Perry ήταν καταλυτική για την διεθνή επικράτησή του γιατί εκτός από τη σχετική επιτυχία, προκάλεσε και το ενδιαφέρον του ιδιοκτήτη της εταιρείας Island, Chris Blackwell, ο οποίος παρά το γεγονός ότι η εταιρεία του είχε κάνει από τα τέλη της δεκαετίας του '60 στροφή προς το ροκ, θέλησε να συνεργαστεί πάλι μαζί τους. Ο Blackwell, είχε κυκλοφορήσει παλαιότερα στην Αγγλία αρκετές από τις ηχογραφήσεις των Wailers και το πρώτο τραγούδι του Marley, Judge Not.

Από τα τέλη της δεκαετίας του '60, ο Marley θα ακολουθήσει το θρησκευτικό και πολιτικό κίνημα των ρασταφάρι, που δημιουργήθηκε στη δεκαετία του '30 από τον πολιτικό ακτιβιστή Marcus Garvey και στοχεύει στην επιστροφή όλων των μαύρων στην Αφρική και θα ενσωματώσει στη μουσική του αρκετά από τα σύμβολα των ρασταφάρι, όπως και στην εμφάνισή του, οι πλεξίδες στα μαλλιά του ήταν μέρος αυτής της αλλαγής.

 

Ο Marley, που στην Τζαμάικα ήταν κάτι σαν εθνικός ήρωας, θα κυκλοφορήσει το πρώτο του άλμπουμ στην Αγγλία το 1973 με το όνομα των Wailers, ήταν το Catch Α Fire.

Την ίδια χρονιά αποχωρούν από το συγκρότημα ο Peter Tosh και ο Bunny Livingston για να ακολουθήσουν προσωπικές καριέρες και ο Marley χρησιμοποιεί διάφορους επαγγελματίες μουσικούς, ενώ στα φωνητικά συνεργάζεται με τις Ι-Threes, που ήταν το συγκρότημα της γυναίκας του.

Αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας ήταν το άλμπουμ Natty Dread, με τον Marley να προωθεί τα μηνύματα των ράστα σε όλο τον κόσμο μέσα από τραγούδια όπως τα Νο Woman, Νο Cry, Rebel Music, 3 Ο'clock Roadblock και Revolution.

Με το όνομα Bob Marley and The Wailers θα κάνουν περιοδείες σε Ευρώπη, Αφρική και Αμερική.

Η διασκευή που θα κάνει ο Eric Clapton στο τραγούδι Ι Shoot The Sheriff θα εκτοξεύσει στα ύψη τη δημοτικότητά του.

Θα ακολουθήσουν μια σειρά από άλμπουμ που θα γνωρίσουν επιτυχία, χάρη σε τραγούδια όπως τα Exodus, Could You Beloved, One Love, Waiting In Vain, Satisfy My Soul, Is This Love, Jamming, Get Up Stand Up, με τα περισσότερα από αυτά να γίνονται συνθήματα στα χείλη των νέων όλου του κόσμου, αυξάνοντας την πολιτική και θρησκευτική του επιρροή σε αρκετά μέρη του πλανήτη μας.

Το 1980, κατά τη διάρκεια συναυλιών του στην Αμερική, θα καταρρεύσει στη σκηνή του Μάντισον Σκουέιρ Γκάρντεν και θα διαγνωσθεί ο καρκίνος που θα τον οδηγήσει στον θάνατο μερικούς μήνες αργότερα, σε ηλικία μόλις 36 ετών.

Παρά το γεγονός ότι οι Peter Tosh και Bunny Wailer (Neville Livingston) ήταν ισότιμα μέλη στο συγκρότημα, ο Marley ήταν αυτός του οποίου το όνομα ταυτίστηκε διεθνώς με την εξάπλωση της ρέγκε σε όλο τον κόσμο και το 1978 τιμήθηκε μάλιστα με το μετάλλιο της ειρήνης από τα Ηνωμένα Εθνη για την απήχηση που είχαν τα μηνύματα από τα τραγούδια του.

Την ίδια χρονιά, στο κονσέρτο που έδωσε στο Κίνγκστον της Τζαμάικα, παραβρέθηκαν οι ηγέτες των δύο πρώτων κομμάτων του νησιού, παρά τις αντιπαλότητες που υπήρχαν στην ιδιαίτερα βίαιη εκείνη την εποχή Τζαμάικα.

Εντυπωσιακή ήταν και η εμφάνισή του στην Ζιμπάμπουε το 1980, λίγο πριν διαγνωσθεί με καρκίνο, με αφορμή τη μετονομασία τής μέχρι τότε Ροδεσίας.

Δείτε ακόμη: 10 τραγούδια του Bob Marley