Ο Γιώργος Παπαστεφάνου θυμάται την Τζιλιόλα Τσινκουέτι

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου θυμάται την Τζιλιόλα Τσινκουέτι

Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, λέει ο σοφός λαός, κι εγώ καταφεύγω στη σοφία του, για να δικαιολογήσω την επιμονή μου ανοιξιάτικα στο κεφάλαιο βροχή. Είδαμε τον Τζην Κέλλυ να χορεύει «τραγουδώντας στη βροχή», ας ακούσουμε τώρα και την Τζιλιόλα Τσινκουέτι να τραγουδά «Σύννεφα στον ουρανό, αλλάζει ο καιρός, στον δρόμο πέφτουνε ψιχάλες». Η Τζιλιόλα δεν ήταν η μόνη ξένη που τραγούδησε στη γλώσσα μας χωρίς να ξέρει ελληνικά.

Είχαν προηγηθεί η Ροζίτα Σεράνο, ο Λουτσάνο Ταγιόλι, η Σοφία Λόρεν, οι Παραγουάιος με τον Λουίς Αλμπέρτο Ντελ Παρανά, το Τρίο Λος Πάντσος, οι Τσακάτσας, αλλά και η Κατερίνα Βαλέντε, η Νίλα Πίτσι, ακόμη και η Αμερικανίδα Κόνι Φράνσις, μέχρι και ο βασιλιάς τού τουίστ, ο Τσάμπυ Τσέκερ. Κάθε φορά δε που μεγάλωνε η λίστα, απ’ το καμάρι γελούσαν και τα αφτιά μας! Και δεν είχε σβήσει ακόμα από τη μνήμη μας το Atene che nostalgia τού Ρενάτο Καροζόνε, που τέλειωνε με τα λόγια «καληνύχτα mi amor, σ’αγαπώ», όταν ακούσαμε τον Σέρτζο Εντρίγκο και τον Φρεντ Μπονγκούστο να τραγουδούν στα ελληνικά τις δικές τους, προσωπικές επιτυχίες. E, κάτι τέτοιο λοιπόν δέχθηκε να κάνει στο τέλος τής δεκαετίας τού ‘60 και η Τζιλιόλα Τσινκουέτι. Και σαν καλή επαγγελματίας, πρόσεξε πολύ την προφορά, που όχι εγώ, αλλά κάποιος φίλος της στην Ιταλία τής τη δίδαξε.

Με την Τζιλιόλα, όπως σάς έχω ξαναπεί, δεν συναντηθήκαμε ποτέ, αν και τραγούδησε δύο φορές δικούς μου στίχους, που μού είχαν παραγγείλει ο Μαρτέν και η Μαρίκα Γκεσάρ τής Music Box. Στο Φεστιβάλ τού Σαν Ρέμο τού 1969, κάθε τραγούδι παρουσιαζόταν σε διπλή εκτέλεση. Έτσι, η Τζιλιόλα μοιράστηκε με μια Γαλλίδα, την Φρανς Γκαλ, και το La pioggia και την έκτη θέση στην τελική κατάταξη. Στην ετικέτα τού ελληνικού δίσκου, υπογράφω τους στίχους μου για ακόμη μια φορά με το ψευδώνυμο Γ. Στεφάνου. Λοιπόν, Τζιλιόλα Τσινκουέττι «Κι αν βρέχει».