Τον άνθρωπο τον βασανίζουν τα πιστεύω του, οι πεποιθήσεις του και οι συνθήκες που διαμορφώνει ο ίδιος γύρω του...

Τον άνθρωπο τον βασανίζουν τα πιστεύω του, οι πεποιθήσεις του και οι συνθήκες που διαμορφώνει ο ίδιος γύρω του...

Το ότι τα πράγματα δεν είναι όπως θα ήθελε να είναι. Και αυτό το «ήθελε» από πού καθορίζεται; Μήπως από εκείνο το «έπρεπε» να είναι; Και ποιος καθορίζει το πώς θα έπρεπε να είναι;

Εμείς οι ίδιοι φυσικά. Μια απάντηση που εγείρει ή κούνημα του κεφαλιού με επίγνωση και αποδοχή ή κούνημα του κεφαλιού με αντίθετη ροπή που σημαίνει αντίρρηση, διαφωνία έως και επίθεση καμιά φορά. Είναι αλήθεια πάντως ότι αυτό που διέπει τον μέσο άνθρωπο είναι ότι υπάρχει μια αίσθηση ότι τα πράγματα θα έπρεπε να είναι κάπως αλλιώς και επειδή αυτό το κάπως αλλιώς το ενισχύουν οι περισσότεροι παραμένουμε στη βεβαιότητα ότι αυτό το κάπως αλλιώς είναι το σωστό άρα αφού εγώ δεν το έχω πρέπει πάση θυσία να το αποκτήσω .

Έχουμε λοιπόν ένα παιδί που δεν διαβάζει. Δεν μιλάμε για ένα παιδί που δεν ανοίγει τα βιβλία του, αλλά για εκείνο που ίσως χαζεύει λίγο και περνά η ώρα χωρίς να κάνει τις υποχρεώσεις του γρήγορα και αποτελεσματικά. Νομίζω πως περιγράφω την μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών έτσι δεν είναι; Πώς θα το λέγαμε όλο αυτό συμβολικά ώστε να περικλείει και άλλες συνθήκες; Δεν κάνει αυτό που πρέπει.

Τώρα βάλτε στο διάβασμα, το φαγητό, τον ύπνο, το μπάνιο ή ακόμη αν θέλετε βάλτε στη θέση του παιδιού έναν ενήλικα που δεν κάνει αυτό που κατά τη γνώμη του παραπονούμενου θα έπρεπε να κάνει.

Ας σκεφτούμε για λίγο πόσοι καυγάδες, πόσες υστερίες, πόση στενοχώρια, πόσοι ψυχαναγκασμοί, πόσα συναισθήματα ανεπάρκειας , πόση χαμηλή αυτοεκτίμηση, πόσοι χωρισμοί, πόση καταπίεση, πόση δυστυχία προκύπτει από αυτό το «δεν κάνεις αυτό που πρέπει» ίσως να θελήσουμε να το δούμε με μια άλλη ματιά.

Κατ’ αρχήν να αναλογιστούμε ποιος καθορίζει το «πρέπει». Αν ρωτήσεις κάποιον ευθέως «Ποιος το καθορίζει το πρέπει» …. παρατηρείς μια σιωπή …. τα μάτια περιστρέφονται αναζητώντας έμπνευση…. μια μικρή αμηχανία είναι εμφανής και προσπαθώντας να αρθρώσει κάτι κομπιάζει, αρχίζει την πρόταση ξανά και ξανά και ας μην το κουράζουμε άλλο. Δεν ξέρει τι να πει. Έχω κάνει την ερώτηση αυτή άπειρες φορές στις συνεδρίες μου.

Δεν έχω πάρει μια απλή ξεκάθαρη απάντηση από κανέναν. Μετά από συνεχείς διερευνητικές ερωτήσεις μπορεί να καταλήξει κάποιος σε μια απάντηση του τύπου «η κοινωνία», «οι αξίες», «η μαμά μου», «η εξουσία», «η θρησκεία», «η αστυνομία» «η κυβέρνηση» «η Εφορία» ή ότι άλλο εκπροσωπεί την εξουσία για τον μέσο Έλληνα σήμερα.

Το «πρέπει» λοιπόν καθορίζεται από ένα ευρύ φάσμα άυλων θεσμικών πηγών που κατευθύνουν τον άνθρωπο να αντιλαμβάνεται πως δεν είναι όπως τον θέλουν οι άλλοι να είναι και έτσι αρχίζει ο διηνεκής βασανισμός του. Λέω διηνεκής γιατί είναι συνεχής και αδυσώπητος αν δεν το αντιληφθεί ώστε να αρχίσει την επέμβαση για την αλλαγή αυτής της συνθήκης που επέτρεψε να δημιουργηθεί μέσα του και γύρω του.

Μόλις λοιπόν αντιληφθεί κάποιος ότι είναι θέμα απόφασης. Δεν υπάρχει κανείς που καθορίζει αυτό το «πρέπει» παρά μόνον οι πεποιθήσεις του τις οποίες έχει επιτρέψει να φυτρώσουν και να καρποφορήσουν αρχίζει η αλλαγή. Μόλις αντιληφθεί κανείς πως ο ίδιος ορίζει και καθορίζει μάλιστα όλα του τα «πρέπει», τα βασανιστήρια αρχίζουν να είναι πιο ανεκτά στην αρχή, γίνονται ακόμη ηπιότερα καθώς περνά ο καιρός και ξαφνικά ξυπνά ένα πρωί και αντιλαμβάνεται πως ότι βάσανο υφίσταται το επέτρεψε ο ίδιος άρα είναι σε θέση να σταματήσει να το επιτρέπει πλέον. Μια καινούργια περίοδος ξεκινά. Η εκκίνηση με προορισμό την Ελευθερία έχει αρχίσει. Οι αντιστάσεις όμως είναι μεγάλες.

Τον μέσο άνθρωπο λοιπόν τον βασανίζουν τα πιστεύω του, οι πεποιθήσεις του και οι συνθήκες που διαμορφώνει ο ίδιος γύρω του. Ακόμη και σε τέτοιους δύσκολους καιρούς είναι σκόπιμο να αντιληφθεί κανείς το μερίδιο της ευθύνης του όχι για να δυστυχήσει και να αυτοκατακριθεί, αλλά για να αναλάβει την ευθύνη του και να αλλάξει αυτό που δεν αντέχει.

Τώρα αν λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος (που δεν ήξερε) τον βασανίζουν σήμερα ως συνέπειες, δεν έχει παρά ήσυχα και ταπεινά να απομακρυνθεί από τις επιλογές αυτές. Αν δεν μπορεί να απομακρυνθεί ας μείνει αλλά με ξεκαθαρισμένη την πρόθεσή του ότι μένει από επιλογή οπότε ας ρίξει μια βαθύτερη ματιά και ας δει τα θετικά της συνθήκης που επιλέγει γιατί για να την επιλέγει σίγουρα κάτι τον κρατά σ’ αυτήν. Δεν είναι πάντα αγαθό και υγιές αυτό που τον κρατά. Ας το δει και αυτό.

Ακούω συχνά από στόματα γυναικών κυρίως. Θα έφευγα αν δεν είχα τα παιδιά. Θα έφευγα αν είχα χρήματα. Θα έφευγα αν είχα πού να πάω. Ωραία λοιπόν αφού δεν έχεις επιλογή (σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι αλήθεια είναι απλά βόλεμα και φόβος και βαθιά κρυμμένος εγωισμός που επιβάλει το «άλλαξε εσύ τις συνθήκες σου, όχι εγώ») τότε μείνε έχοντας την επίγνωση ότι είναι επιλογή σου άρα βρες τι σε κρατά σ’ αυτό που επιλέγεις.

Ως γνωστόν, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου όπως λέει ο λαός μας. Αλήθεια είναι, αν όμως συνεχίσουμε να επιτρέπουμε σ’ αυτή την άβυσσο να μας ρουφά, περισσότερη άβυσσο θα δημιουργούμε. Δεν είναι καλύτερα να την φωτίσουμε, να την εξερευνήσουμε, να την αντιληφθούμε και να την αλλάξουμε; Αυτό κάνει η αυτογνωσία. Σε οδηγεί στο να αναλάβεις την ευθύνη σου.

Αναλαμβάνοντας ο καθένας την ευθύνη που του αναλογεί ένας άλλος κόσμος ανατέλλει. Ας το αντιληφθούμε. Ας το τολμήσουμε. Ας το απολαύσουμε. Δεν είναι εύκολο. Είναι όμως εφικτό και ανακουφιστικό.

Ερατώ Χατζημιχαλάκη – Οικογενειακή Σύμβουλος

Πηγή: thessalonikiartsandculture.gr