Robert Plant, the after life…

Robert Plant, the after life…

Από τον Θοδωρή Φαχουρίδη

Η προσωπική πορεία του βρετανού ερμηνευτή ξεκίνησε δύο χρόνια μετά από τη διάλυση των επιδραστικών Led Zeppelin, τον Δεκέμβριο του 1980, ως συνέπεια του πρόωρου χαμού του χαρισματικού 32χρονου ντράμερ, John Bonham από υπερβολική δόση αλκοόλ.Από το 1982 έχει κυκλοφορήσει δέκα δίσκους με τον 11 ο προ των πυλών, τέσσερεις συνεργασίες και ένα ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ.

Με αφορμή το επερχόμενο Carry Fire, κάνουμε μια βαθιά βουτιά σε 35 χρόνια προσωπικής καριέρας.

Pictures at Eleven – 1982

Ο Phil Collins ήταν καθοριστικός στο νέο του ξεκίνημα. Ήταν αυτός που τον προέτρεψε στο να μην απομακρυνθεί από τη μουσική για χάρη της διδασκαλίας. Επίσης ήταν και ο ντράμερ του στους δύο πρώτους δίσκους αλλά και στην περιοδεία που ακολούθησε, το 1983, σε μια εποχή που είχε ξεκινήσει ήδη η μεγάλη του σόλο επιτυχία (είχε βγει ήδη το Face Value και ηχογραφούταν το Hello, I must be going!). Ο δίσκος πατάει με το ένα πόδι στο πρώην γκρουπ του και με το άλλο σε ήχο πιο κοντά στα δεδομένα για τη νέα δεκαετία, με συνδετικό κρίκο τη χαρακτηριστική του φωνή αν και χωρίς τις τόσο έντονα εκφραστικές ερμηνείες που τον έκαναν αγαπητό στο ροκ κοινό. Μια καλή εισαγωγή λοιπόν που δεν αφαιρεί αλλά και δεν προσθέτει στον μύθο του.

Ακούστε τα: Moonlight in Samosa, Far Post, Mystery Title

The Principle of Moments – 1983

Καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς βγαίνει το 2 ο άλμπουμ του. Ηχογραφημένο στην Ουαλία, με τον Plant να ξεδιπλώνει πιο τολμηρά τα στοιχεία της έκφρασής του που αγαπήσαμε, έστω και αν από κάποια μερίδα του τύπου αυτό φαντάζει ως μειονέκτημα. Συγχρόνως όμως βουτάει περισσότερο στα πλαστικά ‘80ς με τα σύνθεσάιζερς να χώνονται σχεδόν αυθάδικα ανάμεσα στις μπλουζ και ροκ επιρροές των τραγουδιών. Κάπως έτσι έρχεται και η πρώτη του προσωπική επιτυχία, το Big Log. Ο Phil εδώ ξανά αλλά στην παρέα μπαίνει σφήνα σε δύο τραγούδια και ο Barriemore Barlow των Jethro Tull.

Ακούστε τα: Wreckless Love, Horizontal Departure, Big Log, In The Mood.

The Honey Drippers – Volume One EP – 1984

Ένα παράλληλο πρότζεκτ της σόλο καριέρας του. Το γκρουπ “γεννήθηκε” το 1981 εν μέσω των καλλιτεχνικών αμφιβολιών του Plant. Θα διαλέξει μικρούς χώρους όπου μπορεί να εμφανιστεί το σχήμα του και σε μια από τις συναυλίες τους θα πέσει πάνω τους ο συνιδρυτής και πρόεδρος της Atlantic, Ahmet Ertegun, που θα προωθήσει την ιδέα του leader τους για να πάρει δισκογραφική σάρκα και οστά το όλο εγχείρημα. Στην επίσημη κυκλοφορία τους, τη μία και μοναδική φορά, θα εμφανιστούν με διαφορετική όμως σύνθεση. Στο EP συμμετείχαν οι Jimmy Page, Jeff Beck και ο Nile “Chic” Rodgers, μεταξύ άλλων, διασκευάζοντας τραγούδια της περιόδου 1947 - 1964. Ο Plant θα εξαργυρώσει την αγάπη του για τα R ‘n B, «φορώντας» ερμηνευτικά το στενό για τη φωνή του κοστούμι του crooner και γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία στην Αμερική με το Sea Of Love, σύνθεση του Phil Phillips.

Ακούστε τα: Rockin at Midnight, Sea of Love

Shaken &N Stirred – 1985

Για να εμπεδωθεί ίσως η νέα φάση του που έμπαινε αισίως στον τρίτο χρόνο της, ο λιονταροκέφαλοςαρχιερέας της ροκ μουσικής αλλάζει πετσί και ζει στο φουλ τα ‘80ς. Χωρίς να είναι κακός δεν είναι εκπληκτικός συν του ότι θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα μιας συνεργασία με τον Sting και τους Police. Στην παρέα του ο ντράμερ των Little Feat, Richie Hayward και ο κιθαρίστας από τις προ δισκογραφικές ημέρες των Honey Drippers, όπως και στους δύο προηγούμενους δίσκους του, Robbie Blunt. Ο στόχος του όπως τον δήλωσε στο NME για ήπια επιθετική μουσική, επετεύχθη.

Δύο μήνες μετά την κυκλοφορία του SnS οι εναπομείναντες LZ, μαζί με Phil Collins και Tony Thompson (Power Station, Chic) θα εμφανιστούν στο Live Aid και τα μηνύματα του κοινού δεν θα αργήσουν να ενσαρκωθούν και δισκογραφικά…

Ακούστε τα: Little by Little, Sixies and Sevens

Now and Zen – 1988

Ο πρώτος «μεγάλος» δίσκος του είναι γεγονός. Τα πράγματα αποκτούν μια ισορροπία. Ο νέος ήχος και το ροκ παρελθόν με τις μπλουζ επιρροές καθώς και οι αγαπημένοι φωνητικοί ακροβατισμοί συνυπάρχουν απολαυστικά. Και ναι επιτέλους το παρελθόν δεν είναι εχθρός αλλά μια πολύτιμη ανάμνηση που γίνεται αποδεκτή και κουβαλιέται ως μεγάλης αξίας, όπως της αρμόζει δηλαδή. Μεγαλύτερη απόδειξη γι’ αυτό τα περάσματα των Led Zeppelin στο Tall Cool One όπου ακούγονται εκτός από τον Page που συμμετέχει και σαμπλαρισμένα classics του όπως τα Whole Lotta Love και Black Dog. Υπεύθυνος για τον φρέσκο αέρα που πνεέι στα αυλάκια του δίσκου κυρίως ο νέος συνεργάτης του, στη σύνθεση στα 8 από τα 10 τραγούδια και στην κονσόλα του παραγωγού Phil Johnstone.

Ακούστε τα: Heaven Knows, Tall Cool One, Billy’s Revenge, Ship Of Fools

Manic Nirvana – 1990

Η συνταγή που δοκιμάστηκε πριν δύο χρόνια εδώ επαναλαμβάνεται και για αυτό ίσως ακούγεται κατά τι λιγότερο φρέσκια. Παρόλα αυτά υπάρχουν μια χούφτα τραγούδια στα όρια του κλασσικού. Στην περίοδο μετά το Now and Zen οι LZ θα εμφανιστούν μαζί με τον Jason Bonham (γιο του εκλιπόντος μέλους), στο σόου για τα 40 χρόνια της Atlantic, ο Plant συμμετέχει στον δίσκο του Page, Outrider, ενώ στα σκαριά υπάρχει η έκδοση, θα βγει τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, του πρώτου από τα box set του αγαπημένου γκρουπ. Μέσα σε αυτή την δίνη της επαναφοράς της αύρας των Zeppelin βγήκε ο 5 ος προσωπικός δίσκος του βρετανού. Ακόμη και ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι ο δίσκος βρίσκεται στην «περιοχή» των LZ και έτσι η ερμηνεία του ταιριάζει να ξαναπατήσει σε φόρμες που ακολουθούσε στα ‘70ς. Ίσως και γι’ αυτό το λόγο ακούγεται να περνάει και ο ίδιος όσο και οι ταγμένοι φαν ακροατές τόσο καλά.

Ακούστε τα: Liars Dance, Tie Dye on the Highway, Your Ma Said You Cried in Your Sleep Last Night

Fate of Nations – 1993

Ο Plant μετά την περιοδεία που υποστήριξε το Manic Nirvana θα αποτραβηχτεί για λίγο από τα φώτα της δημοσιότητας και θα επαναπροσδιορίσει για μια ακόμη φορά την καλλιτεχνική του πορεία. Η μοίρα των εθνών θα είναι μια πιο προσωπική του στιγμή και το συνολικό αποτέλεσμα πολύ καλύτερο από τον προκάτοχό του. Οι φολκ επιρροές ήταν πάντα μεγάλες πάνω του και ο δίσκος το αποδεικνύει περίτρανα με κάθε ευκαιρία. Οι ακουστικές κιθάρες, τα έγχορδα, τα αιθέρια δεύτερα φωνητικά της ιρλανδής Moya «Clannad» Brennan στο Come into my life, δίνουν μια αίσθηση της ήρεμης δύναμης. Ακόμη και στην ώρα των μπλουζ όπως στο Colours of a Shade, δεν φτάνει η ερμηνεία του την εξωστρέφεια του Manic Nirvana. Ένα δίσκος που καλυτερεύει στην ακρόασή του όπως το κρασί που ωριμάζει με τα χρόνια, μια απόδειξη και της ωριμότητάς του 45χρονου τότε ερμηνευτή.

Ακούστε τα: Come into my Life, 29 Palms, Colours of a Shade, Promished Land, The Greatest Gift, Great Spirit

No Quarter- 1994 (με τον Jimmy Page)

Είναι στο Mtv και στη σειρά του Unplugged, που χρωστάμε την ύπαρξη εν μέρει αυτού του δίσκου. Όχι μια επανένωση του θρυλικού συγκροτήματος αφού λείπει ο μέγας μπασίστας, αλλά μια συνεργασία Plant &
Page. Η πετυχημένη σειρά θα μετονομαστεί για χάρη τους στο 90λεπτο μουσικό επεισόδιο της, σε Unledded
και κατά μία έννοια και ορθά αφού ο ηλεκτρισμός υπάρχει και αντί για τα συνήθη μικρά σχήματα με τα
βασικά στοιχεία των συνθέσεων υπάρχουν τα έγχορδα της London Metropolitan Orchestra ορχήστρα από την
Αίγυπτο και μουσική από το Μαρόκο. Ηχογραφήθηκε κατά τη διάρκεια του Αυγούστου της ίδιας χρονιάς που
κυκλοφόρησε, σε τρεις τοποθεσίες, στην παλιά πόλη του κέντρου του Μαρακές στο Μαρόκο, στη νότια
Ουαλία και στο Λονδίνο. Μεταδόθηκε τον Οκτώβριο ενώ ο δίσκος κυκλοφόρησε ένα μήνα μετά.

Ακούστε τα: Yallah (ή ως The Truth Explodes στην επετειακή επανακυκλοφορία του 2014), City don’t cry,

Gallows Pole, Kashmir.

Walking into Clarksdale – 1998 (με τον Jimmy Page)

Η συνεργασία είχε καλά αποτελέσματα και στην περιοδεία που ακολούθησε το No quarter, με αποτέλεσμα μια επανάληψη της, αυτή τη φορά με αυθεντικές εκτελέσεις. Οι δύο θρύλοι, μέλη πλέον του rock and roll hall of fame από το 2005, πλαισιώνονται από τους βρετανούς, Charlie Jones (γαμπρός και συνεργάτη του Plant από το 1990 έως το 2006) και μόνιμος μπασίστας στους Goldfrapp, και από τον εκλιπόντα ντράμερ Michael Lee (συνεργασίες με Thin Lizzy, Cult, Echo & the Bunnymen κ.α.). Παρότι πατάει με θρησκευτική ευλάβεια στο εγχειρίδιο των Zeppelin και σίγουρα κρατάει ικανοποιημένους τους εκατομμύρια οπαδούς τους, του λείπει η σπιρτάδα με αποτέλεσμα να ακούγεται συχνά απλά διεκπαιρεωτικό. Τα ριφς πάντως βρίσκονται εδώ και ο τραγουδιστής ξέρει την μανιέρα απ’ έξω και ανακατωτά, άλλωστε είναι, και δικαίως, από τα αναμφισβήτητα σύμβολα της ροκ / χαρντ ροκ ερμηνείας.

Ακούστε τα: When The World Was Young, Shining in the Light

Dreamland – 2002

Είσοδο στην νέα χιλιετία και εννιά χρόνια μετά την τελευταία 100% προσωπική δουλειά του έρχεται ένας δίσκος που μηδενίζει το κοντέρ για ένα νέο ξεκίνημα. Τι καλύτερο από ένα δίσκο κυρίως διασκευών που εν προκειμένω δίνει μια νέα πνοή στον ανήσυχο καλλιτεχνικά 54χρονο τότε Robert. Oι Bob Dylan, Bonnie Dobson, Tim Buckley, Youngbloods, Billy Roberts, Moby Grape, Robert Johnson, John Lee Hooker και άλλοι χτυπάνε στην πλάτη τον Βρετανό για να του ψιθυρίσουν στο αυτί το λόγο που κάνει μουσική. Σαν στοργικός πατέρας ή μουσικός σαμάνος παίρνει υπό την καθοδήγησή του στο ταξίδι του αυτό το γκρουπ του ενώ η παραγωγή ανήκει στον εκπληκτικό μηχανικό ήχου και παραγωγό Phill Brown (Rolling Stones, Talk Talk, Cat Stevens, Led Zeppelin, Steve Winwood, Bob Marley κ.α.).

Ακούστε τα: Song to the Siren, Morning Dew, Darkness Darkness, Red Dress, Win My Train Fare Home (If I Ever
Get Lucky)

Mighty Rearranger – 2005

Έχοντας κυκλοφορήσει τη συλλογή Sixty Six to Timbuktu, το 2003, που ανασκοπούσε τις προσωπικές του γνωστές και άγνωστες στιγμές από το 1966 και μετά, ήταν έτοιμος για το επόμενο βήμα. Για το νέο του παιδί, και αφού οι Led Zeppelin πήραν το βραβείο γκράμμι για την συνολική προσφορά τους στη ροκ λίγο νωρίτερα την ίδια χρονιά, θα πάρει την μπάντα του, τώρα κάτω από το όνομα Strange Sensation, στη φάρμα του στη βορειοδυτική Ουαλία (Justin Adams στις κιθάρες (Sinéad O Connor, Tinariwen), Clive Deamer στα ντραμς (Portishead) , John Baggott πλήκτρα (συνεργάτης των Massive Attack και των Portishead), Billy Fuller μπάσο, Skin Tyson κιθάρα (Cast)). Εκεί απομονωμένη η συμμορία φτιάχνει έναν δίσκο που θα ταίριαζε σε έναν ρόκερ στο ξεκίνημά του από πλευράς ενέργειας, αλλά από την άλλη με ώριμους ανοιχτούς μουσικούς ορίζοντες, που εδώ που τα λέμε πάντα γοήτευαν τον Plant. Ειδικά οι ήχοι της γενέτειράς του και οι μεθυστικοί ασιατικοί και αφρικάνικοι ρυθμοί ήταν σχεδόν από πάντα αφετηρίες για εμπνευσμένες συνθέσεις. Η εμφάνισή του το 2003, στο Essakane στο ετήσιο φεστιβάλ που γίνεται στην έρημο στο Μαλί έπαιξε και αυτή το θετικό της ρόλο. Μια από τις καλύτερες προσωπικές του στιγμές. Και για όσους δεν το έχουν ακούσει μην ανησυχείτε καθόλου γιατί το μπλουζ και το ροκ καραδοκούν μόλις στρίψετε τη γωνία…

Ακούστε τα: Freedom Fries, Tin Pan Alley, All The Kings Horses, The Enchanter, Let The Four Winds Blow,

Mighty Rearranger

Raising Sand – 2007 (με την Alison Krauss)

Μια ακόμη κορυφαία στιγμή του. Η τέταρτη παράλληλη δισκογραφική του προσπάθεια είχε και δικαίως καθολική αποδοχή από τον μουσικό τύπο, τα γκράμμι υποκλίθηκαν στον δίσκο της χρονιάς για το 2008, στην απονομή του 2009, περνώντας συνολικά 5 βραβεία σε ποπ, φολκ και κάντρι κατηγορίες δείχνοντας την crossover επιτυχία του, ενώ το άλμπουμ έγινε πλατινένιο σε Αγγλία και Αμερική. Ο παραγωγός T Bone Burnett (αρχική επιλογή της Krauss) διάλεξε τα τραγούδια που το αγγλο – αμερικάνικο ντουέτο ερμήνευσε και οι δύο σταρ σε μια υποδειγματική συνεργασία εκπροσώπησαν μια δουλειά που δέκα χρόνια τώρα θεωρείται σταθμός όχι μόνο για τη φολκ / ροκ μουσική. Το λιοντάρι της ροκ με το αηδόνι της Bluegrass στον υπέροχο κόσμο της μουσικής συνυπήρξαν δίνοντας μια προστιθέμενη αξία στα 13 τραγούδια του άλμπουμ.

Ακούστε τα: Rich Woman (σύνθεση της Dorothy LaBostrie (συνθέτριας του θρυλικού Tutti Frutti) και του McKinley "Lil quot; Millet του 1955 πρωτοερμηνευμένο από Lil Millet and the Creoles. Το έχουν πει και με μια υπέροχη φυσαρμόνικα το 1967 και οι Canned Heat στο πρώτο τους δίσκο), Sister Rosetta Goes Before Us , Please Read the Letter, Trampled Rose (σύνθεση της Kathleen Brennan και του συνεργάτη της Tom Waits, ερμηνευμένο στο Real Gone του 2004 με τα φωνητικά της Alison να το απογειώνουν…κυριολεκτικά), Fortune Teller (μια υπέροχη ιστορία του Allen Toussaint που την πρωτοδιηγήθηκε το 1962 ως β πλευρά στην μεγάλη του επιτυχία Lipstick Traces (on a Cigarette) ο Benny Spellman), Stick With Me Baby (πρώτη εκτέλεση από τους Everly Brothers το 1960 μια καταπληκτική διασκευή), Nothin (σύνθεση του δημιουργού Townes Van Zandt, αυθεντική εκτέλεση στον δίσκο του 1971, Delta Momma Blues, μια αφοπλιστικά λιτή ερμηνεία, εδώ κυριολεκτικά στοιχειώνεται τόσο από την ενορχήστρωση όσο και από την ερμηνεία του Plant), Let Your Loss

Be Your Lesson

Band Of Joy - 2010

Συνεχίζοντας ένα σερί καταπληκτικών δίσκων η νέα δεκαετία ξεκινάει με καινούργια μπάντα, που όχι τυχαία έχει το όνομα του ψυχεδελικού φολκ μπλουζ γκρουπ που ήταν πέντε δεκαετίες πριν μαζί με τον John Bonham. Επιστροφή στις ρίζες και σε ότι αγάπησε από μικρός λοιπόν. Αντί της Alice Krauss αυτή τη φορά δίπλα του βρίσκεται η Patty Griffin συνεχίζοντας από εκεί που σταμάτησε πριν τρία χρόνια το Raising Sand. Μη σας ξεγελάσει η χαμηλών τόνων ερμηνεία του Plant, είναι το ίδιο διαπεραστική όσο και τα φημισμένα ουρλιαχτά του στα ‘70ς. Παρόμοια αποδεικνύεται ότι τα μπάντζο μπορούν να έχουν ένα εξίσου εντυπωσιακό αποτέλεσμα χωρίς να ζηλέψουν κάτι από τα καταιγιστικά ριφ του Page με πιο τρανή επαλήθευση το ένα από τα δύο παραδοσιακά τραγούδια που φιλοξενούνται στον δίσκο, το satan Your Kingdom Must Come Down.

Έτσι απαντάει και πιο δημιουργικά στο γιατί οι Zeppelin δεν επανασυνδέθηκαν κανονικά, παρότι οι σειρήνες των χρημάτων τραγουδούσαν σαγηνευτικότατά όλα αυτά τα χρόνια. Το βήμα παρακάτω είναι καθ’ όλη την προσωπική του καριέρα εμφανέστατα το μόνο πράγμα που τον απασχολούσε τόσο έντονα. Ωσάν άλτης του μήκους πηγαίνει προς τα πίσω για να εκτοξευτεί μπροστά, εκτιμώντας τη διαδρομή (ρίζες) που του χαρίζει αυτή την ώθηση…

Ακούστε τα: Angel Dance, Central Two-O- Nine, You can’t Buy My Love, Falling in Love Again, Monkey, Cindy I’ll
Marry You Someday, satan Your Kingdom Must Come Down, Even This Shall Pass Away

Lullaby and… the Ceaseless Roar – 2014

Τέσσερα χρόνια μετά και πάλι φθινόπωρο κυκλοφορεί ο 10oς προσωπικός του δίσκος ηχογραφημένος εν μέρη στα στούντιο της Real World του Peter Gabriel, βρίσκει τον Plant να έχει επιστρέψει στην πατρίδα του. Οι Sensational Space Shifters είναι το νέο όνομα της παρέας του και το αποτέλεσμα απλά εκπληκτικό. Μια διαφορετική ισορροπία μουσικών κυλάει στο νέο του άλμπουμ σε σχέση με την αμερικάνικη παράδοση που ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος στο BOJ. Η τεχνολογία που χρησιμοποιείται από τους Baggot και Fuller, αγκαλιάζεται τρυφερά για να δημιουργήσει το υπόβαθρο για να ξεδιπλωθούν οι μουσικές του κόσμου, κέλτικες – αφρικάνικες – ινδικές – αμερικάνα - κάντρι, εξελίσσοντας τον ήχο που γνωρίσαμε στο Mighty Rearrarnger (η παρέα του δίσκου άλλωστε είναι εν μέρη ξανά εδώ ενώ, σε μια χειρονομία ταπεινότητας, ο μαέστρος επιτρέπει κατά κάποιο τρόπο να φέρει από το σπίτι του κάθε μέλος και κάτι προσωπικό). Το στεφάνι με τις δάφνες του το φόρεσε λίγες φορές από το ΄80 και μετά και εδώ το αφήνει πάλι κλειδωμένο στην ντουλάπα του, κάτι που μπορείς μόνο να το θαυμάσεις ειδικά σκεπτόμενος την ηλικία του. Για να υπερθεματίσει κάποιος αρκεί να είναι παρατηρητικός και να συνειδητοποιήσει ότι στα 66 του, δέκα από τις
έντεκα συνθέσεις του δίσκου είναι καινούργιες…

Ακούστε τα: Little Maggie, Rainbow, Pocket of Golden, Embrace Another Fall, Turn It Up, Poor Howard, Up On

The Hollow Hill (Understanding Arthur), Arbaden (Maggie’s Babby)

Ο νέος του δίσκος κυκλοφορεί στις 13 Οκτωβρίου του 2017, ενώ μια γεύση έχουμε πάρει ήδη με τα σινγκ που κυκλοφόρησαν, The May Queen και Bones of Saints.