Το καλοκαίρι του '65 και ο Γιώργος Παπαστεφάνου

Running Wild-Tricky feat. Mina Rose

Ζεστό καλοκαιριάτικο απομεσήμερο κι εμείς ντυμένοι φανταρίστικα κάναμε βάρδια σε ένα διώροφο κτήριο στο ύψος της Κατεχάκη. Αν θυμάμαι καλά, εκεί στεγάζονταν τότε οι Οικονομικές Υπηρεσίες του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων, που με τα αρχικά του ήταν γνωστός ως Κ.Ρ.Σ.Ε.Δ.Ε.

Κάποιες φορές έπρεπε να φυλάμε το κτήριο και την νύχτα, με ένα τραπέζι για κρεβάτι στον δεύτερο όροφο και με καρέκλες γύρω-γύρω, μην τύχαινε και πέσουμε. Όταν αυτό το παλιό κτίσμα αργότερα γκρεμίστηκε, μεγάλωσε το προαύλιο του Σταθμού. Όμως ξαναγυρνώ σ'εκείνο το καλοκαιρινό απομεσήμερο του 1965. Ο φαντάρος που με συντρόφευε στην βάρδια ήταν ο Νότης Μαυρουδής. Στο Σταθμό των Ενόπλων υπηρετούσαν τότε πολλοί του καλλιτεχνικού χώρου.

Ήδη είχαν απολυθεί ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Θύμιος Καρακατσάνης, ο Σπύρος Ευαγγελάτος, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος. Σε λίγο θα απολυόταν και ο Γιώργος Μαρίνος. Στη δική μας φουρνιά, εκτός από τον Νότη, ήταν ακόμα ο Γιάννης Μόρτζος, ο Γιώργος Πάντζας, ο Βασίλης Μπακόπουλος απ' τους Forminx, ο Κώστας Βενετσάνος, ο Δημήτρης Τσοκαλίδης, που έγινε μετά ηθοποιός με το όνομα Βεάνος.

Ήδη το Νέο κύμα είχε ξεκινήσει, ο κόσμος είχε κιόλας αγκαλιάσει τα πρώτα τραγούδια του Μαυρουδή και του Σπανού, Πουλόπουλος, Ζωγράφος, Χωματά, είχαν αποκτήσει το κοινό τους, τότε ήρθε στην παρέα και η Σούλα Μπιρμπίλη. Το Μπιρμπίλη ήτανε όνομα συζύγου, ως Σούλα Κυριαζοπούλου την ξέραμε εμείς, αδελφή της Ζωζώς Κυριαζοπούλου, που ήταν επίσης τραγουδίστρια. Η Σούλα έκανε μεγάλη εντύπωση όταν τραγούδησε στην ΛΥΡΑ τις Μικρές Κυκλάδες των Θεοδωράκη-Ελύτη, μαζί με άλλα τραγούδια του Μίκη, του Μίμη Πλέσσα και του Γιώργου Κατσαρού. Τότε στα σχέδια του Αλέκου Πατσιφά ήταν ένας ακόμα δίσκος με την Σούλα, που θα τον ετοίμαζαν μαζί Σπανός και Μαυρουδής. Ο ένας στο πιάνο, ο άλλος στην κιθάρα.

Ο Γιάννης και ο Νότης θα μοιράζονταν φυσικά και τα τραγούδια στις δύο όψεις του μεγάλου αυτού δίσκου. Ήδη είχα βάλει στίχους σε τέσσερα τραγούδια του Σπανού και πίστευα πως είχα ξεμπερδέψει. Όμως, «Δεν θα μού δώσεις στίχους σου και εμένα» άκουσα τον Νότη να μού λέει καθώς κουβεντιάζαμε εκείνο το απόγευμα στη βάρδια. «Δεν έχω τίποτα έτοιμο» τού απάντησα. Συνήθως έγραφα «κατά παραγγελίαν». «Κάτσε και γράψε τώρα» μού είπε στο πολύ άνετο ο Νότης. Κλείστηκα σε ένα δωμάτιο για λίγο και εκεί, σε εκείνο το διώροφο, γεννήθηκε αυτό το «Παιδί χαμένο στο λιμάνι».

Όταν έδινα τους στίχους μου στον Νότη δεν φανταζόμουν πως θα τους μελοποιούσε τόσο σύντομα. «Έτοιμο το τραγούδι σου» μού ανήγγειλε ο στρατιώτης Νότης δυο, τρεις μέρες αργότερα. Κατά την πάγια συνήθειά μου, το τραγούδι το πρωτάκουσα όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος το 1966.