Nina Simone: Πολιτική, σεξ και φυλετικές διακρίσεις

Nina Simone: Πολιτική, σεξ και φυλετικές διακρίσεις

Από τον Γιάννη Πετρίδη

Αυτό που κάνει να ξεχωρίζουν τραγουδίστριες όπως η Nina Simone σε σχέση με τις σημερινές, είναι ότι το ρεπερτόριό τους κάλυπτε ένα ευρύ φάσμα της μουσικής, που άρχιζε από την τζαζ, άγγιζε τα γκόσπελ, μας χάριζε απολύτως δικές της ερμηνείες σε κλασικά τραγούδια τής ποπ, με συνθέσεις των Beatles και Bee Gees, τραγούδησε Irving Berlin, Kurt Weil, George Gershwin, έχοντας πάντα μια καλή σχέση με τα τραγούδια από διάφορα μουσικά σόου, και τολμούσε να διασκευάσει συνθέτες όπως οι Bob Dylan, Leonard Cohen, Jacques Brel, Randy Newman και Sandy Denny στη δεκαετία του '60, όταν αυτό δεν ήταν κάτι συνηθισμένο. Ολα αυτά πάντα με δεδομένη την αγάπη της για την κλασική μουσική και για συνθέτες όπως οι Bach και Chopin.

Η Nina Simone γεννήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 1933, στην πόλη Tryon της Βόρειας Καρολίνας και το πραγματικό της όνομα ήταν Eunice Kathleen Waymon. Οι γονείς της είχαν 8 παιδιά, 4 κορίτσια και 4 αγόρια, που όλα τους από πολύ νεαρή ηλικία είχαν επαφή με τη μουσική, τραγουδώντας ή παίζοντας κάποιο όργανο. Η Nina Simone μάλιστα από 4 ετών άρχισε να παίζει πιάνο, στα 7 της όργανο και λίγο αργότερα, μαζί με 2 από τις αδελφές της, πήγαινε στην εκκλησία της περιοχής, όπου τραγουδούσε θρησκευτικά τραγούδια εντυπωσιάζοντας τους πιστούς. Σε ηλικία 10 ετών άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα κλασικού πιάνου και ύστερα από λίγα χρόνια, όταν δεν είχε τα χρήματα για να τα πληρώνει, η καθηγήτρια της Lawrence Mazzanovich, που είχε ξεχωρίσει το ταλέντο της, τη δίδασκε δωρεάν.

 

Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο, έφυγε από την πόλη στην οποία γεννήθηκε και σε ηλικία 17 χρονώ πήγε στη Φιλαδέλφεια, όπου συνέχισε τα μαθήματα πιάνου, ενώ παράλληλα δίδασκε μικρότερα παιδιά για να εξοικονομεί τα προς τα ζην. Τις σπουδές της στο πιάνο θα τις συνεχίσει στη γνωστή σχολή μουσικής Julliard, στην πόλη της Νέας Υόρκης, με καθηγητή στο πιάνο και στη θεωρία της μουσικής τον Carl Freidberg.

Ο Valdimer Sokoloff θα είναι ο επόμενος δάσκαλός της στο πιάνο, στο μουσικό ινστιτούτο Curtis, πάντα σπουδάζοντας κλασική μουσική.

Ύστερα από τέσσερα χρόνια που συνόδευε άλλους τραγουδιστές παίζοντας πιάνο, η Nina Simone θα υποστεί ένα ανεπανάληπτο σοκ όταν την πρώτη βραδιά της νέας της δουλειάς, με αμοιβή 90 δολ. την εβδομάδα, ο ιδιοκτήτης του κλαμπ όπου έπαιζε πιάνο, στην Ατλάντικ Σίτι, θα απαιτήσει να αρχίσει παράλληλα να τραγουδά. Η Simone μέχρι τότε δεν είχε τραγουδήσει, εκτός από τα παιδικά της χρόνια που ερμήνευε μαζί με τις αδελφές της θρησκευτικά τραγούδια στην εκκλησία. Η ανταπόκριση του κοινού, το οποίο αποτελούνταν κυρίως από φοιτητές, ήταν ενθουσιώδης και στα επόμενα χρόνια αυτό το είδος κοινού θα αποτελούσε τους φανατικότερους θαυμαστές της.

Αυτήν τη συγκεκριμένη βραδιά του 1954 αποφάσισε να αλλάξει το όνομά της σε Nina Simone, γιατί φοβήθηκε την αντίδραση των γονιών της όταν θα μάθαιναν ότι τραγουδούσε σε night club. Το Nina το διάλεξε γιατί έτσι τη φώναζαν όταν ήταν μικρή, για να προσδιορίσουν το νεαρόν της ηλικίας της. Το Simone απλώς ταίριαζε με το Nina και μάλλον ήταν εμπνευσμένο από τη γαλλίδα ηθοποιό Simone Signioret. Εκείνο το καλοκαίρι του 1954 θα πάρει και την απόφαση να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι.

Τα πρότυπα γυναικείων φωνών εκείνη την εποχή, για τη Simone, ήταν οι Marian Anderson και Ma Rainey, αλλά αυτές που θα την επηρεάσουν περισσότερο στη συνέχεια θα είναι η Sarah Vaughan και η Billie Holiday. Η Sarah Vaughan μάλιστα ήταν από τις πρώτες τραγουδίστριες της τζαζ που το φάσμα των ερμηνευτικών επιλογών της κάλυπτε απολύτως την πορεία που θα ακολουθούσε αργότερα η Nina Simone, δηλαδή όλα σχεδόν τα είδη της μουσικής.

Αυτή η τακτική θα περάσει στη συνέχεια και σε λευκές τραγουδίστριες, όπως η Diana Krall, η οποία, εκτός από τη συνεργασία της με τον σύζυγό της Elvis Costello, έχει στο ρεπερτόριό της τραγούδια από διάφορα είδη μουσικής, χωρίς όμως και αυτή να μπορεί να συναγωνισθεί την ευρύτητα του ρεπερτορίου που είχαν οι δύο μεγάλες μαύρες τραγουδίστριες.

 

Η Nina Simone ήταν από τα μεγάλα ταλέντα που δεν μπόρεσαν όσο ζούσαν να αποκομίσουν στον υπέρτατο βαθμό αυτό που δικαιούνταν. Σε σχέση με πολλές από τις μεγάλες μαύρες τραγουδίστριες των τελευταίων 70 ετών η Simone πλεονεκτούσε με τις, απροσδόκητες συχνά, μουσικές επιλογές της, την ικανότητά της στο πιάνο και την ενορχήστρωση που έκανε η ίδια αρκετές φορές στα τραγούδια της. Πάνω απ' όλα, όμως, το γεγονός ότι έχει γράψει η ίδια πολλά από τα τραγούδια που έχει ερμηνεύσει, την έκανε να ξεχωρίζει.

Το πρώτο της άλμπουμ κυκλοφόρησε το 1958 σε μια μικρή ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία, και αφού ήδη είχε κυκλοφορήσει σε μικρό δίσκο τη διασκευή της στο κλασικό τραγούδι του 1928 My Baby Just Cares For Me, που αρκετές δεκαετίες αργότερα θα ξαναγυρίσει στην επικαιρότητα, συγκεκριμένα το 1987,χάρη στη χρησιμοποίησή του σε τηλεοπτική διαφήμιση στη Βρετανία. Η πρώτη επιτυχία από αυτό θα είναι το καλοκαίρι του 1959, το Ι Love You Porgy.

Το 1962, στη Νέα Υόρκη, θα κάνει παρέα με μαύρους διανοούμενους που είχαν ξεχωρίσει για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ενάντια στον ρατσισμό, όπως οι James Baldwin, Langston Hughes, θα γίνει φίλη της Lorraine Hansberry, που έγραψε το θεατρικό έργο Raisin In The Sun και θα γνωρίσει τον Stokely Carmichael, που θα καθιερώσει τη φράση «Black Power».

Αργότερα θα γνωρίσει τον Malcolm Χ και θα κάνει παρέα με τη γυναίκα του Betty Shabazz.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας θα κυκλοφορήσει περισσότερα από 10 άλμπουμ, στα οποία υπάρχουν καταπληκτικές ερμηνείες της σε γνωστά τραγούδια, όπως τα Το Love Somebody, Don't Le Me Be Misunderstood, Ι Put Α Spell On You, Ain't Got Νο - Ι Got Life, Feeling Good, Suzanne, Το Be Young Gifted And Black, που βασίζεται στο ομώνυμο έργο που έγραψε η φίλη της Lorraine Hansberry, η οποία πέθανε σε ηλικία 34 ετών από καρκίνο, αλλά πρόλαβε να αφήσει αυτήν την κληρονομιά στους μαύρους που αγωνίζονταν για τα δικαιώματά τους, όλα τους σχεδόν ερμηνευμένα σε μπλουζ ύφος, σε μια εποχή στην οποία κυριαρχούσαν οι λευκοί μουσικοί και οι μαύροι τραγουδιστές, που είχαν στο ρεπερτόριό τους τραγούδια με κοινωνικά μηνύματα, δεν ήταν ιδιαίτερα αποδεκτοί στις ΗΠΑ μετά τη δολοφονία του Martin Luther King Jr., στη μνήμη του οποίου η Nina είχε αφιερώσει το ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ της Nuff Said, σε συναυλία που έγινε τρεις μέρες μετά τη δολοφονία κι ενώ η Αμερική δονούνταν από ταραχές και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας.

 

 

Συνολικά, μέχρι τον θάνατό της, στις 21 Απριλίου του 2003, η Nina Simone θα ηχογραφήσει 40 άλμπουμ, σε στούντιο ή κατά τη διάρκεια συναυλιών της, με τα περισσότερα από αυτά να κυκλοφορούν μέχρι το 1974.

Η όλη πολιτική κατάσταση, αλλά και φορολογικοί λόγοι θα οδηγήσουν την τραγουδίστρια εκτός Αμερικής και θα περάσει αρκετά χρόνια σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ελβετία, η Λιβερία και τα νησιά Μπαρμπάντος.

Από τις σημερινές τραγουδίστριες, οι Erykah Badu, Alicia Keys, Cassandra Wilson, Laureen Hill, Mary J. Blige είναι μερικές μόνον από αυτές που έχουν επηρεασθεί από τον τρόπο ερμηνείας της, αλλά και άντρες, όπως οι Peter Gabriel, Jeff Buckley και John Legend. Η Nina Simone παραμένει στην επικαιρότητα αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό της γιατί εκτός από τη φωνή της και τον τρόπο που έπαιζε πιάνο, έγινε μια σύγχρονη ηρωίδα της τέχνης, τραγουδώντας για την πολιτική, το σεξ και τις φυλετικές διακρίσεις.