JR Flood : Από τα αρχικά συγκροτήματα του Neil Peart, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '60

JR Flood : Από τα αρχικά συγκροτήματα του Neil Peart, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '60

Όπως οι Eternal Triangle, οι Mumblin 'Sumpthin' και οι The Majority, έτσι και οι JR Flood αποτέλεσαν ένα από τα αρχικά συγκροτήματα του Neil Peart, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '60 κι αρχές των '70s. Η διάρκειά τους μικρή, όπως και τα πεπραγμένα τους. Σίγουρα όμως αποτελούν ιστορικό ορόσημο, ειδικά για τους φίλους του πρόσφατα χαμένου κορυφαίου ντράμερ.

Ο Neil Peart, γεννημένος στις 12 Σεπτεμβρίου 1952, ήταν Καναδός μουσικός και συγγραφέας, γνωστός ως ντράμερ και πρωταρχικός στιχουργός για το ροκ συγκρότημα Rush. Έγινε πασίγνωστος για την τεχνική του ικανότητα και την αντοχή του. Και φυσικά δεν μπήκε στους Rush τυχαία…

It’s Not Hard (1970)

Ο Peart μεγάλωσε στο Port Dalhousie του Οντάριο (περιοχή St. Catharines). Ίσως προκαλεί έκπληξη αλλά η πρώτη του επαφή με τη μουσική και κάποιο όργανο δεν ήταν τα ντραμς. Πριν εντρυφήσει εδώ είχε ήδη πάρει, από μικρή ηλικία, μαθήματα πιάνου. Όμως η έμφυτη ενασχόληση κατά τη διάρκεια της εφηβείας του με το ρυθμό - και με το γεγονός ότι χτυπούσε με ξυλάκια όλα τα έπιπλα και τα κατσαρολικά του σπιτιού του – ανάγκασαν τους γονείς του να το σκεφτούν καλύτερα. Οπότε, για τα δέκατα τρίτα του γενέθλιά, του αγόρασαν ένα ζευγάρι μπαγκέτες, ένα τύμπανο εξάσκησης και του παρείχαν μερικά έξτρα μαθήματα, με την υπόσχεση ότι αν συνέχιζε να είναι “κολλημένος” με το όργανο για έναν ολόκληρο χρόνο, θα του αγόραζαν τότε ένα πλήρες κιτ. Προφανής η εξέλιξη… Όταν λοιπόν θα αποκτούσε τα πρώτα του ντραμς, θα καθόταν να μάθει μέχρι να τελειοποιήσει το προσωπικό του στιλ. Από τον επόμενο χρόνο θα έδινε την πρώτη του παράσταση σε κοινό. Αυτή θα γινόταν στο χριστουγεννιάτικο χορό του σχολείου, στο St. Johns Anglican Church Hall, στο Port Dalhousie. Η επόμενη εμφάνισή του ήταν στο Γυμνάσιο Lakeport με την πρώτη του μπάντα, τους Eternal Triangle. Σε αυτή η παράσταση μάλιστα (με τον ‘πρωτότυπο’ τίτλο "LSD Forever") έκανε και το πρώτο του σόλο.

Στις αρχές της καριέρας του, το στιλ του ήταν βαθιά ριζωμένο στο hard rock. Ανέφερε ως το μεγαλύτερο μέρος της έμπνευσής του ντράμερς όπως ο Keith Moon, ο Ginger Baker και ο John Bonham, μουσικούς που ήταν στην πρώτη γραμμή της βρετανικής hard rock σκηνής. Με την πάροδο του χρόνου, άρχισε να παίζει και μουσική τζαζ, με ινδάλματα κάποια μεγαθήρια, όπως τους Gene Krupa και Buddy Rich. Λίγο αργότερα εντάχθηκε σε διάφορα τοπικά συγκροτήματα προς αναζήτηση καριέρας ως “ντράμερ πλήρους απασχόλησης” - οι JR Flood ήταν ένα απ΄αυτά. Mαζί τους έπαιζε σε διάφορους μικρούς χώρους στο Οντάριο. Έκαναν πρόβες σε αίθουσες, σε γκαράζ, σε υπόγεια και έδιναν παραστάσεις σε αίθουσες αναψυχής ή εκκλησιών, σε γυμνάσια, σε παγοδρόμια, σε διάφορες μικρές πόλεις εκεί τριγύρω. «Αυτό που στις αρχές της δεκαετίας του '60 ονομαζόταν "χοροί" ήταν αυτό που λέγαμε αργότερα "συναυλίες", μετά το 1970. Τότε ήταν όλα πολύ διαφορετικά: "σχεδόν όλοι στο κοινό κάθονταν στο πάτωμα του γυμναστηρίου ή στέκονταν γύρω στους τοίχους για να ακούσουν και να παρακολουθήσουν. Κι αυτό αποτελούσε ένα ικανοποιητικό στάνταρντ για έναν νεαρό μουσικό, τότε, για να νιώσει ότι οι ακροατές τον ακούνε και τον προσέχουν", είπε κάποτε ο Neil Peart.

Το τίμημα όμως για όλα αυτά ήταν να παρατήσει το σχολείο. «… Ήμουν 17…», θα έλεγε αργότερα ο Peart, «…και θεωρούσα ότι ήμουν αρκετά μεγάλος για να αποφασίσω να διακόψω το σχολείο. Με τους JR Flood παίζαμε κάθε Σαββατοκύριακο. Ομοίως και οι υπόλοιποι είχαν εγκαταλείψει το σχολείο τους για να γίνουν μουσικοί. Έτσι άρχισα κι εγώ σιγά σιγά να πιέζω τους γονείς μου να το παρατήσω για να γίνω full-time μουσικός. Αν δεν τα κατάφερνα, τους είχα υποσχεθεί ότι θα ξαναγυρνούσα στο γυμνάσιο»(…) «Έπρεπε να παίρνω κάθε μέρα το λεωφορείο, όπως και τα υπόλοιπα μέλη, για να πάμε στο σπίτι του Paul Dickinson, Western Hill. Κάναμε σκληρές πρόβες καθημερινά, για μήνες πολλούς, στο υπόγειο του σπιτιού του. Η μητέρα του έπρεπε να είχε γίνει… “αγία”» !

Το συγκρότημα αποτελούνταν επίσης από τους Gary Luciani (φωνή), Paul Dickinson (κιθάρα), Wally Tomczuk (μπάσο) και Bob Morrison (πλήκτρα). Η μουσική που έπαιζαν κινούνταν στα μονοπάτια κυρίως της ψυχεδέλειας. Ένας συνδυασμός μεταξύ των Doors και του πρώτου Atomic Rooster, κυρίως λόγω των ήχου του Keyboard - τύπου Vincent Crane. ‘Ελεγε ο ίδιος ο Peart: «Οι JR Flood έπαιζαν, θυμάμαι, διασκευές συγκροτημάτων που μας άρεσαν, όπως από Santana, από Blood, Sweat & Tears κ.α. Παίζαμε επίσης, θυμάμαι, το "Teacher" από Jethro Tull και το "April" από Deep Purple. Είχαμε κι ένα μικρό ρεπερτόριο δικών μας τραγουδιών. Σε δύο από αυτά βρισκόταν και οι πρώτες μου προσπάθειες για να γράψω στίχους: τα “Retribution” και “Gypsy”».

«Όλοι αυτοί οι τύποι ήταν καθοριστικοί στη μουσική μου ανάπτυξη - ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Ο Βοb ως άψογος καλλιτέχνης. Ο Paul ως απαιτητικός, πειθαρχημένος, αλλά παθιασμένος μουσικός. Ο Wally ως ένα εντελώς προσγειωμένο άτομο του οποίου το εξίσου “γειωμένο” μπάσο έπαιζε τις δικές μου εξάρσεις σε "πραγματικό χρόνο". Και ο Gary ως βασικός τραγουδιστής, στιχουργός και frontman που, κατά κάποιον τρόπο, κατάφερε να αφήσει το “εγώ” του έξω από τη δουλειά. Κι επιπλέον "ήταν ο πρώτος τραγουδιστής που ερμήνευσε τους στίχους μου", έλεγε αργότερα ο Peart.

Δυστυχώς αυτή η μπάντα δεν κατάφερε να κυκλοφορήσει άλμπουμ. Από την άλλη όμως το είχε έτοιμο και κατάφερε κιόλας να το ηχογραφήσει. Κατά ειρωνική σύμπτωση μάλιστα, η ηχογράφηση έγινε στα ‘Toronto Sound Studios’, εκεί όπου λίγα χρόνια αργότερα θα γινόταν η ηχογράφηση των άλμπουμ Fly By Night, Caress of Steel και 2112 με τους Rush. Ενδιαφέρθηκαν αρχικά κάποιες – όχι μία αλλά δύο ! – δισκογραφικές εταιρείες αλλά το πράγμα δεν προχώρησε σε παραγωγή δίσκου. Έλεγε ο Peart: "Είχαμε έναν αρκετά φιλόδοξο παραγωγό, τον Brian O'Mara, ο οποίος κατάφερε να οργανώσει “demo session” για εμάς με μερικές καναδικές δισκογραφικές εταιρείες το 1970. Σίγουρα ήταν συναρπαστικό να βρίσκομαι σε ένα πραγματικό στούντιο ηχογράφησης (πρώτα στο Τορόντο) ‘Sound Studios’ - συμπτωματικά, όπου αργότερα θα συνεργαζόμουν με τους Rush στα τρία πρώτα μας άλμπουμ μαζί - το άλλο στην RCA (αργότερα ονομάστηκε ‘McClear Place’), αλλά τίποτα δεν προήλθε από αυτό. Προφανώς οι δισκογραφικές εταιρείες δεν άκουσαν ούτε ένα" ! Και παρακάτω: "…,ήμασταν πολύ πειθαρχημένοι, προβάραμε καλά και κάναμε αξιοπρεπείς εκτελέσεις των τραγουδιών μας, σε μόλις μία ή δύο λήψεις". Σκεπτόμενος όλα αυτά, μετά από χρόνια, έλεγε επίσης: "Αστείο να ακούω τον εαυτό μου στα 18, …με περισσότερες ιδέες παρά δεξιότητες, με περισσότερη ενέργεια παρά έλεγχο, με περισσότερες επιρροές παρά πρωτοτυπία".

"Ήταν μια μεγάλη υπόθεση για εμάς, εντάξει, και μια αξέχαστη εμπειρία να είμαι σε στούντιο ηχογράφησης για πρώτη φορά. Κυρίως για ένα πράγμα: δεν είχαμε ακούσει ποτέ πιο πριν τους εαυτούς μας να παίζουν!" (…) "Όλα τα τραγούδια μας ήταν μεγάλα, κατά μέσο όρο πέντε ή έξι λεπτά, με καναδυό γύρω στα δέκα λεπτά. Ένα από αυτά είχε τον παράξενο τίτλο, "(You Don't Have To Be A) Polar Bear (To Live In Canada)”.

Το παίξιμο του Neil ήταν δυνατό, ευέλικτο και ευφάνταστο, ακόμη και σε αυτή τη νεαρή ηλικία. "Ήταν αυτό που ήταν. Δεν είναι κακό για την ώρα του. Ακούω τον εαυτό μου σε αυτήν την ηλικία, όλη την ενέργεια και τον μεταβαλλόμενο έλεγχο και σκέφτομαι, "Κάποιος να δώσει σε αυτό το παιδί ένα valium" !

"Η ανταμοιβή μας από το όλο project ήταν ότι μάθαμε να ακούμε ο ένας τον άλλον, βαθιά, σε πραγματικό χρόνο. Μουσικά, οι πέντε μας αλληλεπιδράσαμε περισσότερο ως μια οργανική ένωση παρά ως κάθε μέλος ξεχωριστά. Αυτή ήταν μια εκπαίδευση και η γνώση που αποκτήθηκε με έναν αναντικατάστατο τρόπο - σε ζωντανή παράσταση - και θα έλεγα ότι δεν υπάρχει καλύτερο σχολείο από αυτό. Τουλάχιστον, αν δουλεύεις με ομοϊδεάτες μουσικούς, καλούς ή και πιο καλούς από εσένα, πάντα κερδίζεις. Κι από αυτή την άποψη υπήρξα αρκετά τυχερός που βρέθηκα κάποτε στους JR Flood".

Όλη αυτή η ιστορική - πρώτη και τελευταία – ηχογράφηση του 1970 της μπάντας υπάρχει σήμερα μόνο σε ένα demo tape που κυκλοφορεί από εδώ κι από εκεί – φυσικά και στο YouTube. Μετά την αποτυχία να κυκλοφορήσει σε δίσκο, οι JR Flood μοιραία διαλύθηκαν. Ο Neil Peart, αμέσως μετά, μόλις στα 18 του, πήγε στο Λονδίνο με στόχο να γίνει εκεί μουσικός σε κάποιο γκρουπ. Δεν έκανε ιδιαίτερα πράγματα και το 1972 ξαναγύρισε στον Καναδά. Και το 1974, ενώ έπαιζε αυτή τη φορά με μια μπάντα ονόματι Hush, έκανε οντισιόν για μια άλλη μπάντα, με παρόμοιο όνομα (.?.) αλλά πολύ διαφορετική σε στιλ μουσικής. Αλλά από εδώ ξεκινάει μια άλλη – μεγάλη – ιστορία…

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ

https://musicoversixcenturies.blogspot.com/