Ο Ίαν Άντερσον των Jethro Tull μιλάει στην ATHENS VOICE πριν την συναυλία τους στο Ηρώδειο

Ο Ίαν Άντερσον των Jethro Tull μιλάει στον Στέφανο Τσιτσόπουλο στην ATHENS VOICE πριν την συναυλία τους στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου

Στο ίδιο μέρος 16 χρόνια μετά, η μπάντα που δόξασε το progressive art rock, αλλά με το ίδιο πάθος διακόνησε τα μπλουζ, γιορτάζει τα 50 της χρόνια. Μια αναδρομή μισού αιώνα, μια αξεπέραστη μουσική, στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.

Καλημέρα από Αθήνα, πρωινός τύπος βλέπω!
Καλημέρα από Λονδίνο, ναι, είναι υπέροχο να πίνεις τον καφέ σου και να νιώθεις φρέσκος ξεκινώντας τη μέρα σου και μιλώντας για μουσική. Είμαι πανέτοιμος!

Πριν αρχίσουμε, κι αν μου επιτρέπεις, θέλω να σου εξομολογηθώ κάτι.

Παρακαλώ...

Θυμάμαι το καλοκαίρι του 1978, όταν κυκλοφορήσατε το διπλό λάιβ «Bursting Out», ήμουν τρομερά προβληματισμένος όταν το είδα στη βιτρίνα του δισκοπωλείου δίπλα δίπλα στο μάξι σινγκλ «Heart of Glass» των Blondie.
Ω, δεν θα με χαλάσει αν μου πεις πως προτίμησες την κυρία!

Όχι, δεν ήταν θέμα ρεπερτορίου, νιου γουέιβ Blondie ή προγκ ροκ Jethro Tull, αλλά κόστους και τιμής. Το διπλό σας άλμπουμ κόστιζε περισσότερο και τα χρήματά μου δεν έφταναν και για τους δυο σας. Έτσι, παρέα με έναν φίλο μου σας αγοράσαμε συνεταιρικά κι ακόμα και σήμερα κανένας μας δεν μπορεί να πει σε ποιον ανήκουν αυτοί οι δίσκοι. Και σου το λέω αυτό, γιατί πλέον δεν υπάρχουν τέτοια διλήμματα, με τόση «ελεύθερη» μουσική να μοιράζεται εκεί έξω…
Να σου πω κι εγώ μια ιστορία γι’ αυτόν τον δίσκο, μιας και με γυρίζεις τόσο παλιά;

Τιμή μου...
Ήταν κάτι σαν συλλογή από ζωντανές μας εμφανίσεις σε διάφορα μέρη ανά τον κόσμο, μουσικές που ηχογραφήθηκαν σε ένα οκτακάναλο στούντιο. Πολλά χρόνια μετά προσπάθησα να επανεπεξεργαστώ το υλικό και συνειδητοποίησα πως, σε μια κονσόλα με 24 «φέτες», μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο παρά τις μεγάλες δυνατότητες της τεχνολογίας. Είχε τελικά κάτι καλό και δυσεύρετο ως και σήμερα εκείνη η εποχή κι ας ήταν πιο πρωτόγονη τεχνικά για μένα ή οικονομικά για σένα. (γελάμε ξεκαρδιστικά)

Ας μιλήσουμε επομένως για εκείνα τα χρόνια. Ισχύει πως, ενώ έπαιζες κιθάρα, διάλεξες το φλάουτο για να παίξεις τα μπλουζ και το ροκ εν ρολ, επειδή κατά κάποιον τρόπο φοβόσουν τη σύγκριση με τον Τζίμι Πέιτζ ή τον Έρικ Κλάπτον, που ήταν πιο δεξιοτέχνες;
Μακάρι να ήταν μόνο αυτοί! Ήταν κι ο Τζεφ Μπεκ, ο Ρίτσι Μπλάκμορ, τρομεροί και ασυναγώνιστοι. Έτσι για μένα, που ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό, το φλάουτο με τα έξι κλειδιά έμοιαζε να εξυπηρετεί καλύτερα τον στόχο μου. Έμαθα να παίζω εντελώς αυτοδίδακτος. Δεν πήρα μαθήματα, ας πούμε, από παραδοσιακούς Ιρλανδούς οργανοπαίκτες που μεγαλουργούσαν ειδικά στις μινόρε κλίμακες που με ενδιέφεραν. Όταν ανέβηκα όμως για πρώτη φορά στη σκηνή του Marquee, αμέσως ο κόσμος εντυπωσιάστηκε οπότε κι εγώ αναθάρρησα. Αλλά ήταν και ο χαρακτήρας μου που ταίριαζε και κολλήσαμε με το φλάουτο. Γενικά σαν τύπος αλλά και μουσικός ποτέ δεν ήθελα να παίξω γυαλιστερά άγριο ροκ. Εκτός, επομένως, που δεν ήμουνα τόσο καλός όσο οι παραπάνω που ανέφερες, δεξιοτεχνικά, χάρη στο φλάουτο κατάφερα να έρθω πιο κοντά στους πιο φυσικούς ήχους που είχα κατά νου να βγάλουμε, όταν ξεκινήσαμε. Με μετέπειτα όρους της μουσικής βιομηχανίας, οι Jethro Tull εκείνης της εποχής, όταν όλοι έπαιζαν πιουρίστικα και με φοβερή τεχνική, όπως οι Yes, Emerson Lake and Palmer, King Crimson, Genesis, ήμασταν κάτι σαν μπάντα από το Σιάτλ!

Δεν ήθελα να παγιδευτώ καλλιτεχνικά στο τρίπτυχο σεξ, ναρκωτικά και ροκενρόλ. Ξέρεις, ούτε γυμνός μού άρεσε να κυκλοφορώ ούτε ήμουνα και ατάσθαλο νιάτο! Δεν ήθελα να
μας γράψει έτσι η ιστορία.

Κάτι σαν τους Pearl Jam, Ίαν, και νομίζω πως τώρα κατάλαβα τι εννοείς με τον ορισμό «φυσικοί ήχοι». Πάντως, με εντυπωσιάζει ακόμα η άρνησή σου να παίξετε στο φεστιβάλ του Γούντστοκ. Άραγε το έχεις μετανιώσει που δεν έγινες μέρος του θρύλου;
Καθόλου. Το 1969, όταν τουράραμε στην Αμερική και μας έγινε η πρόταση να παίξουμε, δεν ένιωθα έτοιμος αλλά και δεν ήθελα να παγιδευτώ καλλιτεχνικά στο τρίπτυχο σεξ, ναρκωτικά και ροκενρόλ. Ξέρεις, ούτε γυμνός μού άρεσε να κυκλοφορώ ούτε ήμουνα και ατάσθαλο νιάτο! Δεν ήθελα να μας γράψει έτσι η ιστορία. Κοίτα τι έγινε με τον Άλβιν Λι και τους Ten Years After. Ήταν τόσο βαριά η κληρονομιά της εμφάνισής τους εκεί, που έπρεπε σε όλη τη συνέχεια τους να παίζουν το ίδιο πράγμα.

Χμ, πολύ ρίσκι απόφαση, αλλά χαίρομαι που σου βγήκε. Καλλιτεχνικά, εννοώ. Πες μου όμως και για τους Eagles του «Hotel California». Η ροκ κοινότηταποτέ δεν έπαψε να συζητάει την ομοιότητα ανάμεσα στις συγχορδίες του «Ξενοδοχείου» τους και του δικού σου «We Used to Know»...
Υπάρχουν κάποιες ομοιότητες, αλλά μόνο στο μουσικό επίπεδο και καθόλου στο στιχουργικό. Επίσης θεωρώ πως το «Hotel California» είναι πολύ καλύτερο τραγούδι από το δικό μου, όπως και πως, αν το είχα γράψει εγώ αντί γι’ αυτούς, θα είχα συνταξιοδοτηθεί από το 1975! (γελάμε) Σοβαρά, τώρα, μπορεί να μας άκουσαν στο ράδιο, ή να το παίζουμε το 1972 που περιοδεύαμε παρέα, αν και η εξήγηση είναι πολύ πιο απλή: οι βασικές συγχορδίες είναι δώδεκα κι όλο και κάποιοι συνδυασμοί που θα κάνεις θα μπερδευτούν με κάποιου άλλου.

Ήσασταν, επίσης, η μπάντα που της πήγαιναν καλύτερα οι επιβλητικοί αρχιτεκτονικά χώροι, αντί για τα στάδια ή τα παραδοσιακά λαϊβάδικα. Μιλάω για τα περίφημα κονσέρτα σας είτε στο Carnegie Hall είτε γενικότερα σε μοναστηριακά ή εκκλησιαστικά μέρη.

Αδιαμφισβήτητα κι ας μην ήταν φτιαγμένοι αυτοί οι χώροι για να φιλοξενούν ροκ μπάντες, αλλά περισσότερο ατμοσφαιρικούς ή ορχηστρικούς ήχους. Ή σάουντρακ, μιας και πολλοί χώροι σαν αυτούς στη μετέπειτα χρήση τους λειτούργησαν σαν κινηματογράφοι. Γενικά πάντα ήμουνα θεατράλε τύπος από ιδιοσυγκρασία. Ειδικά στο Carnegie Hall ή στο Albert Hall, που ξαναπαίξαμε πολλές φορές ακόμα, ο ήχος για μια ροκ μπάντα παραμένει προβληματικός. Αν φερειπείν θελήσεις κάτι σε παραπάνω ή απόλυτη ηχητική τελειότητα, καλύτερα είναι στο Shepherd’s Bush. Όμως η ατμόσφαιρα αυτών των τόπων παρά τα μειονεκτήματα είναι μαγική. Χρόνια αργότερα, ή και φέτος στο πλαίσιο της καλοκαιρινής μου τουρνέ, όταν έπαιξα σε αρχαία θέατρα όπως στην Ταορμίνα, στην Έφεσο ή στο Ηρώδειο της Αθήνας που επιστρέφω, κατάλαβα πως αυτός είναι ο ιδανικός τόπος - συνθήκη για τη μουσική μας.

Βρίσκεις κάτι ενδιαφέρον στη σημερινή μουσική όπου σαρώνει μόνο το χιπ χοπ, το τραπ και το γκράιμ ή το ρέγκετρον. Πώς νιώθει ένας τύπος too old to rock’n’roll and too young to die;
Για τις μουσικές σαν το χιπ χοπ που ανάφερες, δεν νομίζω πως είναι καινούργια, απλώς ανακυκλώνει το ξεκίνημα του είδους στις αρχές του ’80. Η γλώσσα των στίχων ή του σώματος παραμένουν απαράλλαχτα. Γενικά θεωρώ πως δεν υπάρχει νέα μουσική, ξέρεις, αλλά μόνο ανακύκλωση από τις παλιές φόρμες. Νέος ήχος ήταν των Beatles στο «Sergeant Peppers» ή των Pink Floyd του «Piper at the Gates of Dawn». Αυτό που για μένα είναι και ο ορισμός της προγκ ποπ. Νέος ήχος ήταν η σύνθι ποπ του ’80 επίσης, ή η οργή των Who που μερικά χρόνια μετά τον ανακύκλωσαν τόσο ωραία οι Ramones. Συμβαίνει κάθε 15 χρόνια αυτή η επαναφορά - επανάχρηση. Και κάποιοι βρίσκουν την ευκαιρία να καβαλήσουν το τρένο. Όπως στο πανκ που λέγαμε πριν, και το έπαιξαν και οι Stranglers. Ξέρεις, είναι συνομήλικοί μου, αλλά τότε τους έκατσε ο χρόνος, μαζί με τα άλλα άγρια νιάτα. Ή ο παλιός χίπι Sting, επίσης πιο μεγάλος από μένα. Ήταν οι Police πανκ; Κάτι δηλαδή που να ξεχωρίζεις δεν υπάρχει; Υπάρχουν πολύ ωραία πράγματα, αλλά όλα κάπου τα έχω ακούσει. Δες τον Εντ Σίραν. Και μουσικά και λυρικοστιχουργικά παίζει πολύ όμορφα, όμως και ταυτόχρονα τόσο απαράλλαχτα με το χθες.

Living in the past, να το πάλι το τραγούδι σου! Αλήθεια, γιατί διάλεξες για όνομα το Jethro Tull; Ο περίφημος αγρότης του 17ου αιώνα που ανακάλυψε πρώτος το τρυπάνι σπόρων κι άλλαξε την πορεία της γεωργίας;

Αυτή ήταν μια ιδέα του τότε μάνατζέρ μας που σπούδαζε Ιστορία στο πανεπιστήμιο – προσωπικά δεν ήξερα την ιστορία του τότε. Πάλι καλά που δεν μας έδωσε το όνομα Λόρδος Νέλσον ή Αττίλας!

Σ’ ευχαριστώ για τα είκοσι λεπτά. Υποθέτω τώρα, πριν σε αποχαιρετήσω, μιας και θα έχεις βαρεθεί, πρέπει να σε ρωτήσω και περί Brexit. Θα το ήθελες; Νομίζω πως η γεωργία αλλά και πολλές από τις άλλες «μοναδικότητες» της αγγλικής κουλτούρας που κάποιοι συμπατριώτες, λαός και πολιτικοί, θεωρούν πως εξαφανίζονται από την Ευρώπη, συνηγόρησαν για την έξοδο...
Τρία χρόνια πριν, ναι, αυτή ήταν η εντύπωση. Όπως και το ερώτημα. Να μείνουμε ή να φύγουμε. Διαλέξαμε το δεύτερο όμως χωρίς να γνωρίζουμε ούτε τις επιπτώσεις ούτε τις συνέπειες, σε αντίθεση με το τώρα. Είμαι υπέρ της παραμονής και δυσπιστώ με βρωμερούς πολιτικούς όπως ο Φάραντζ που σπεκούλαραν σε τέτοιες φοβίες. Πανικόβαλαν έντεχνα και παμπόνηρα τους Βρετανούς πως θα χάσουμε την ταυτότητά μας. Αλλά και η Ευρώπη των πριν από πενήντα χρόνια γερασμένων ιδεών –καλές και χρήσιμες, το τονίζω, αλλά κουρασμένες– θέλει μια ανασύνταξη. Προκειμένου να φτιάξουμε μία σε γερές βάσεις ομοσπονδία βασισμένη στην αρχή του σεβασμού και της διαφορετικότητας. Πιστεύω σε αυτό και όχι στην Αμερική του Τραμπ ή τη Ρωσία του Πούτιν.

Πηγή: ATHENS vOICE