Κάποιοι έρωτες γεννήθηκαν για να μείνουν μυστικοί...

Κάποιοι έρωτες γεννήθηκαν για να μείνουν μυστικοί...

Κάποιοι έρωτες γεννήθηκαν για να μείνουν μυστικοί. Δεν εξομολογούνται ποτέ, άλλοτε από δειλία, άλλοτε γιατί η απάντηση πρόκειται βεβαιωμένα να πληγώσει και να απογοητεύσει. Ακόμη όμως και τότε, ακόμη κι αν κάποιος τους έκρυψε κάτω από ένα χαλί, τους κλείδωσε σ’ ένα παλιό συρτάρι και τους καταπίεσε να χωρέσουν ακόμη και στα πιο μικρά, άβολα και σκοτεινά μέρη, αυτοί υπάρχουν. Και δε διαφέρουν σε τίποτα από ‘κείνους τους άλλους, τους τυχερούς, τους κραυγαλέους. Ζουν, εξελίσσονται, κάποτε πεθαίνουν. Και σίγουρα πονάνε.

Ο πιο αβάσταχτος έρωτας είναι εκείνος που δε μιλήθηκε ποτέ. Πώς να αντέξεις την πίεσή του όταν εκείνος θέλει να πάρει σάρκα κι οστά κι εσύ δεν τον αφήνεις ούτε να αναπνεύσει; Θα σε πονέσει, θα σε σκίσει από μέσα σου και το χειρότερο είναι πως δε θα μπορέσεις ποτέ να το παραδεχτείς. Γιατί; Μα εδώ δε μιλάς για εκείνον, πώς να αποκαλύψεις πως σου κάνει κακό; Σωπαίνεις. Και πάλι.

Άραγε ο έρωτας ήταν πάντα τόσο δύσκολος; Τόσο απαιτητικός, αγχωτικός, φορές έτοιμος να κλέψει τον ενθουσιασμό σου και να σε πετάξει σ’ ένα σύννεφο αβεβαιότητας και καχυποψίας. Αν το σκεφτείς, είναι λογικό. Τέτοια έντονα, άγρια συναισθήματα είναι εύκολο να τα παρασύρεις, να τα χειραγωγήσεις. Τα αρπάζεις απ’ τα μακριά τους μαλλιά και τα τραβάς δεξιά κι αριστερά· τη μια στιγμή είσαι τρισευτυχισμένος, την άλλη στα πατώματα. Και στο τέλος κάτσε να χτενίσεις μόνος τον ξεμαλλιασμένο σου έρωτα.

Σου είπα, είτε τον κρατάς για σένα είτε τον φωνάζεις να τον ακούσουν όλοι, τα αποτελέσματά του είναι ίδια. Απλά στην δεύτερη περίπτωση, έχεις κάθε δικαίωμα να τα βγάλεις όλα από μέσα σου, να παραδεχτείς πως τα πράγματα έχουν αλλάξει και πως πλέον δεν είσαι ευτυχισμένος. Μεγάλη ανακούφιση, ξελάφρωμα. Ανοίγεις την πληγή και την αφήνεις να πάρει τον αέρα που χρειάζεται.

Απ’ την άλλη, όταν δεν υπήρξε ποτέ κάτι απτό, κάτι να το πιάνεις με τα χέρια σου και να απολαμβάνεις το βάρος και την υφή του, τα πράγματα είναι δύσκολα. Απ’ έξω, φαίνεσαι γελαστός. Μα από μέσα; Από μέσα υποφέρεις. Και πώς να το διαχειριστείς, πόσο καιρό να συνεχίσεις να κάνεις τον κλόουν; Κάποια στιγμή θα φανερωθείς. Δε γίνεται, τα μάτια πολλές φορές καρφώνονται και λένε παραπάνω απ’ όσα επιτρέπουμε στο στόμα να ξεφουρνίσει. Και πώς να εξηγήσεις τη θλίψη σου όταν δεν έχεις να κατηγορήσεις κάτι ζωντανό;

Συνεχίζεις να κάνεις αυτό που ξέρεις καλύτερα. Να κρύβεις συναισθήματα. Δε μιλάς, δεν εξηγείς και για λίγο καιρό πιάνει. Κανείς δεν καταλαβαίνει πώς πραγματικά νιώθεις, πως δεν είσαι καλά, αλλά υποκρίνεσαι. Ναι, για λίγο τα έχεις καταφέρει. Μα σκέψου το σαν ορμητικό ποτάμι που το περιορίζεις με ένα φράχτη. Πόσο καιρό νομίζεις πως θα αντέξει; Μέρες, ώρες; Μετά θα πλημμυρίσει και θα παρασύρει εκείνους που φταίνε και τους αθώους μαζί. Κι άντε μετά να συμμαζεύεις τα ασυμμάζευτα.

Το χαμόγελο σου σπάει, τα μάτια βουρκώνουν, ο έρωτας σου σε πληγώνει και δεν τον αφήνεις να γιατρευτεί. Μα τι περιμένεις, άνθρωπέ μου, μιλά επιτέλους! Άφησέ τον να αναπνεύσει, αλλιώς θα σε πάρει μαζί του. Η υποτιθέμενη αδιαφορία σου, το ανέμελο ύφος σου, σε λίγο δε θα πείθουν κανέναν. Φαίνεται πως κάτι κρύβεις, φαίνονται όλα κι ας νόμιζες πως είσαι άτρωτος. Εκείνο το χαμόγελό σου ήταν που τελικά σε πρόδωσε. Άφησε να φανεί πως είναι ψεύτικο, καταπιεσμένο. Όλα στη φόρα.

Υποφέρεις που δε βρίσκεις ανταπόκριση κι αντί να κάνεις κάτι, απλά το υπομένεις. Ούτε το βγάζεις από μέσα σου κι ούτε προχωράς. Απλά μένεις εκεί, στάσιμος, να φαντάζεσαι όλα όσα θα μπορούσες να είχες ζήσει και δε θα συμβούν ποτέ. Μα δε φταις εσύ, δεν είναι όλοι προορισμένοι για όλους. Κάποια στιγμή τα πράγματα γίνονται μονόπλευρα. Μα δε βοηθάει, μάτια μου, να τα κρύβεις όλα τούτα μέσα σου. Αλήθεια. Μπορείς να γίνεις ξανά ευτυχισμένος κι εσύ δεν το προσπαθείς καν.

Δεν υπάρχει λόγος να δείχνεις εντάξει. Να προσποιείσαι, να λες ψέματα σε σένα, σε ‘κείνον, στους τρίτους. Να πονάς για κάτι που δεν έχεις ζήσει ποτέ, να πνίγεσαι στις ίδιες σου τις σκέψεις, στα όνειρα που δε θα γίνουν πραγματικότητα. Δε το χρειάζεσαι αυτό το χαμόγελο, γιατί δεν ξεκινάει απ’ τα μάτια σου. Κάνε κάτι, προσπάθησε να φέρεις μια αλλαγή. Να μη βασανίζεσαι άλλο.

Ψάξε κάτι καινούριο, κάτι που να αξίζει όντως τις ελπίδες σου. Κάτι που πρόκειται να φέρει χαρά. Απ’ έξω να φαίνεσαι χαμογελαστός κι από μέσα να ‘σαι ευτυχισμένος.

Συντάκτης: Νεφέλη Κομματά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη